Δευτέρα 26 Ιανουαρίου 2009

Το εγκώμιο της θάλασσας

Η θάλασσα είναι η μόνη μου αγάπη. Γιατί έχει την όψη του ιδανικού. Και τ'ονομά της είναι ένα θαυμαστικό.

Δε θυμάμαι το πρώτο αντίκρισμά της. Χωρίς άλλο θα κατέβαινα από μια κορφή, φέρνοντας αγκαλιές λουλούδια. Παιδί ακόμα , εσκεπτόμουν το ρυθμό του φλοίσβου της.Ξαπλωμένος στην αμμουδιά ,εταξίδευα με τα καράβια που περνούσαν.Ενας κόσμος γεννιόταν γύρω μου.Οι άυρες μου άγγιζαν τα μαλλιά .Άστραφτε η μέρα στο προσωπό μου και στα χαλίκια.Όλα μου ήταν ευπρόσδεκτα : ο ήλιος ,τα λευκά σύννεφα, η μακρινή βοή της.


Αλλά η θάλασσα ,επειδή ήξερε,είχε αρχίσει το τραγούδι της που δεσμεύει και παρηγορεί.

Καρυωτάκη ''Απαντα Τα Ευρισκόμενα''

απόσπασμα από το Εγκώμιο της θάλασσας.




Πέμπτη 22 Ιανουαρίου 2009

Ελεος της νύχτας.

εξαυλώνοντας το υπαρκτό των αισθήσεων
προσφέρει το δικό της υπέρτατο έλεος

η νύχτα επουλώνει κάθε πληγή
σβήνει απαλά κάθε μνήμη
μέσα στην παγκόσμια συνείδηση

στο άφθαρτο βελούδο της
η ψυχή αιωρείται σαν πούπουλο
υπερβαίνει την ανθρώπινη αγάπη
και ταξιδεύει στους μυστικούς δρόμους του γαλαξία
με μιαν εκθαμβωτική ακεραιότητα.


Τόλης Νικηφόρου
''Το διπλό άλφα της αγάπης ''





Debussy - Clair de lune







Παρασκευή 9 Ιανουαρίου 2009

Σώπα, μη μιλάς





















Σώπα, μη μιλάς, είναι ντροπή,
κόψ' τη φωνή σου, σώπασε επιτέλους
κι αν ο λόγος είναι αργυρός,
η σιωπή ειναι χρυσός.

Τα πρώτα λόγια που άκουσα από παιδί,
έκλαιγα, γέλαγα, έπαιζα,
μου λέγαν: «σώπα!».

Στο σχολείο μου κρύψανε την αλήθεια τη μισή,
μου λέγανε: «εσένα τι σε νοιάζει; Σώπα!»

Με φίλησε το πρώτο κορίτσι που ερωτεύτηκα
και μου λέγανε: «Κοίτα μην πεις τίποτα, σσσ...σώπα!»

Kόψε τη φωνή σου και μη μιλάς, σώπαινε.
Και αυτό βάσταξε μέχρι τα είκοσί μου χρόνια.



Ο λόγος του μεγάλου,
η σιωπή του μικρού.


Έβλεπα αίματα στο πεζοδρόμιο,
«Τι σε νοιάζει εσένα;», μου λέγανε,
«θα βρεις το μπελά σου, σώπα!».

Αργότερα φωνάζανε οι προϊστάμενοι
«Μη χώνεις τη μύτη σου παντού, κάνε πως δεν καταλαβαίνεις, σώπα!»


Παντρεύτηκα, έκανα παιδιά, και τα 'μαθα να σωπαίνουν,
η γυναίκα μου ήταν τίμια κι εργατική και ήξερε να σωπαίνει.

Είχε μάνα συνετή, που της έλεγε: «Σώπα».

Σε χρόνια δίσεκτα οι γονείς, οι γείτονες, με συμβουλεύανε:
«Μην ανακατεύεσαι, κάνε πως δεν είδες τίποτα. Σώπα!»

Μπορεί να μην είχαμε με δαύτους γνωριμία ζηλευτή,
με τους γείτονες, μας ένωνε όμως, το «Σώπα!».

«Σώπα!» ο ένας,

«σώπα!» ο άλλος,

«σώπα!» οι επάνω,

«σώπα!» οι κάτω,

«σώπα!» όλη η πολυκατοικία και όλο το τετράγωνο.


«Σώπα!» οι δρόμοι οι κάθετοι και οι δρόμοι οι παράλληλοι.
Κατάπιαμε τη γλώσσα μας... Στόμα έχουμε και μιλιά δεν έχουμε.
Φτιάξαμε το σύλλογο του «Σώπα!».
Και μαζευτήκαμε πολλοί, μια πολιτεία ολόκληρη,

μια δύναμη μεγάλη, αλλά μουγκή!

Πετύχαμε πολλά, φτάσαμε ψηλά, μας δώσανε παράσημα,
τα πάντα κι όλα πολύ εύκολα,μόνο με το «Σώπα!».
Μεγάλη τέχνη αυτό το «Σώπα»!


Μάθε το στη γυναίκα σου, στο παιδί σου, στην πεθερά σου κι
όταν νιώσεις ανάγκη να μιλήσεις ξερίζωσε τη γλώσσά σου
και κάν' την να σωπάσει.

Κόψ'την σύρριζα.
Πέτα την στα σκυλιά.


Το μόνο άχρηστο όργανο από τη στιγμή που δεν το μεταχειρίζεσαι σωστά.

Δεν θα έχεις έτσι εφιάλτες, τύψεις κι αμφιβολίες.

Δε θα ντρέπεσαι τα παιδιά σου και θα γλιτώσεις απ' το βραχνά να μιλάς,

χωρίς να μιλάς να λες «έχετε δίκιο, είμαι σαν κι εσάς» Αχ!


Πόσο θα 'θελα να μιλήσω ο κερατάς!

Και δεν θα μιλάς,


θα γίνεις φαφλατάς,

θα σαλιαρίζεις αντί να μιλάς.


Κόψε τη γλώσσα σου, κόψ' την αμέσως.
Δεν έχεις περιθώρια.

Γίνε μουγκός.

Αφού δε θα μιλήσεις, καλύτερα να το τολμήσεις.
Κόψε τη γλώσσά σου.

Για να είσαι τουλάχιστον σωστός στα σχέδια και στα όνειρά μου
ανάμεσα σε λυγμούς και παροξυσμούς κρατώ τη γλώσσά μου,
γιατί νομίζω πως θα 'ρθει η στιγμή που

δεν θα αντέξω και θα ξεσπάσω
και δεν θα φοβηθώ και θα ελπίζω
και κάθε στιγμή το λαρύγγι μου θα γεμίζω με ένα φθόγγο,
με έναν ψίθυρο,
με ένα τραύλισμα,
με μια κραυγή που θα μου λέει:
ΜΙΛΑ..!!


Αζίζ Νεσίν